ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η Μελιβοία είναι ένα γραφικό ορεινό χωριό της ανατολικής Θεσσαλίας, ανήκει στο νομόΛάρισας,στην επαρχία Αγιας και είναι χτισμένο στους πρόποδες του Κισσάβου (όρος Όσσα).Έχει υψόμετρο
Ανατολικά συνορεύει με το Αιγαίο Πέλαγος, βόρεια με το χωριό Καρίτσα , δυτικά με τη δήμο Αγιάς και Μεγαλόβρυσου και νότια με τις κοινότητες Σωτηρίτσα και Αγιόκαμπου.Είναι κυριολεκτικά κτισμένο μέσα στο δάσος .Ενώ μπροστά λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω απλώνεται η θάλασσα (Αιγαίο Πέλαγος).
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΛΙΒΟΙΑΣ
Η καταγωγή των πρώτων κατοίκων, μας πάει πίσω στην αρχαιότητα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο οι πρώτοι κάτοικοι ήταν Πελασγοί. Ο Τίτος Λίβιος αναφέρει ότι ήταν κτισμένο στους πρόποδες του βουνού Όσσα στη θέση του σημερινού χωριού Αθανάτη. Η αρχαία Μελιβοία ήταν έδρα του ονομαστού τοξότη Βασιλεία Φιλοκτήτη, ο οποίος σύμφωνα με τη μυθολογία ήταν γιός του Αίαντα που έδωσε τα βέλη στον Ηρακλή για να πεθάνει.Σύμφωνα πάντα με τη μυθολογία ο βασιλιάς Φιλοκτήτης έλαβε μέρος στον Τρωικό πόλεμο με επτά πολεμικά καράβια του. Αργότερα η αρχαία Μελιβοία κατακτήθηκε από τη Μακεδονία στον πόλεμο εναντίον του Περσέα. Κατά τη Ρωμαϊκή εποχή πολιορκήθηκε από το Ρωμαίο Πόπλιους και κυριεύτηκε και καταστράφηκε από τον Οκτάβιο. Συμαντική ανάπτυξη παρατηρήθηκε και κατά τους Βυζαντινούς χρόνους. Στο μουσείο της Λάρισας εκτίθενται πολλά και σημαντικά ευρήματα μεγάλης αρχαιολογικής και ιστορικής σημασίας.
ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ
ΤΗ ΜΕΛΙΒΟΙΑ
Όλοι οι κάθε φύσης κατακτητές της Θεσσαλίας έχουν περάσει από τη Μελιβοία ή έχουν εγκατασταθεί εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Λόγου χάρη επί τουρκοκρατίας υπήρχε μεγάλος αριθμός Τούρκων στο χωριό και τουρκικές λέξεις χρησιμοποιούν οι κάτοικοι ακόμαα και στη σημερινή διάλεκτο ( οντάς, μπαϊρι, μπερντές, μπερντέκι, σοφράς κ.α. ). Την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου Ιταλοί κατέλαβαν το χωριό χωρίς να προκαλέσουν καταστροφές. Αργότερα το χωριό κάηκε από τους Γερμανούς κατακτητές και κυρίως από τους Έλληνες σπιούνους των Γερμανών.
Μεγαλύτερο πλήγμα υπέστη το χωριό κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου. Το μεγαλύτερο διάστημα η Μελιβοία ήταν ορμητήριο για τους αντάρτες και συχνά δεχόταν επιδρομές του τακτικού στρατού. Δύο αναγκαστικές επιστρατεύσεις νέων άνω των 16 ετών από τους αντάρτες χώρισε ακόμα και οικογένειες σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Οι Μάηδες που ήταν σπιούνοι του στρατού έκαψαν όλα τα σπίτια των κατοίκων με τους οποίους είχαν προσωπικές διαφορές.Μεγάλος αριθμός των στρατευμένων ή επιστρατευμένων νέων χάθηκε ή πέρασε στο παραπέτασμα (ανατολικές χώρες).
Το σημερινό χωριό σύμφωνα με μύθους και διηγήσεις παλαιοτέρων κατοίκων, χτίστηκε στους πρόποδες του ανατολικού Κισσάβου και μάλιστα άρχισε να χτίζεται από το πιο χαμηλό σημείο του χωριού ώστε να μην είναι ορατό από τη θάλασσα κι έτσι να γλιτώνουν από τους πειρατές, που συνέχεια λεηλατούσαν τον παράλληλο οικισμό και δεν μπορούσαν να ησυχάσουν. Γι' αυτό αναγκάστηκαν να αφήσουν όλες τους τις περιουσίες και να κάνουν ένα χωριό απαλλαγμένο από τις επιδρομές των πειρατών.
Όσον αφορά το νεώτερο όνομα του χωριού Αθανάτη υπάρχουν δύο εκδοχές.
Η μια αναφέρει ότι ονομάστηκε Αθανάτη γιατί πίστευαν ότι οι κάτοικοί του θα ήταν αθάνατοι αφού δεν υπάρχει ορατότητα από την πλευρά της θάλασσας και δεν κινδύνευαν από τους πειρατές.
Όσον αφορά το νεότερο όνομα του χωριού , Αθανάτη , υπάρχουν δύο εκδοχές.
Η μια αναφέρει ότι ονομάστηκε Αθανάτη γιατί πίστευαν οι κάτοικοί του ότι θα ήταν πλέον αθάνατοι αφού δεν υπάρχει ορατότητα από την πλευρά της θάλασσας και δεν κινδύνευαν από πειρατές πια.
Η άλλη εκδοχή που είναι και η επικρατέστερη αναφέρει ότι το χωριό ονομάστηκε Αθανάτη γιατί μια επιδημία είχε πέσει στο χωριό (χολέρα) και οι κάτοικοι πέθαιναν ο ένας μετά τον άλλον. Σε σημείο να τείνει να εξαφανιστεί όλος ο οικισμός και όσοι επέζησαν από αυτήν την μεγάλη αρρώστια θέλησαν να ονομάσουν το χωριό Αθάνατος χάριν ευφημισμού για να εξορκίσουν το κακό μια που επέζησαν από μια τέτοια επιδημία τώρα πλέον είναι αθάνατοι.
Αργότερα το χωρίο επεκτάθηκε με τη συνένωση των γύρω οικισμών Μαλάτη, Γκορτσιά, Άλλη Χώρα και μάλιστα κάθε οικισμός αναπτύχθηκε σε ορισμένο σημείο του χωριού π.χ. οι κάτοικοι της Μαλάτης στο δυτικό τμήμα, οι κάτοικοι της Γκορτσιάς στο βόρειο τμήμα και οι κάτοικοι της Άλλης Χώρας ανατολικά, όπου και σήμερα αυτοί οι μαχαλάδες φέρουν τα ονόματα αυτών των οικισμών και τα κτήματά τους είναι εκεί που υπάρχουν αυτοί οι οικισμοί πριν τη συνένωση.
Σήμερα σαν όνομα χρησιμοποιείται πια το Μελιβοία που είναι και το αρχαίο όνομα και όχι το Αθανάτη που είναι το νεώτερο.
Παλαιότερα ο πληθυσμός του χωριού ξεπερνούσε τους 2.500 κατοίκους. Απ’ το 1965 ο πληθυσμός άρχισε να μειώνεται δραστικά γιατί αρκετά μεγάλος αριθμός κατοίκων μετανάστευσε στο εξωτερικό Γερμανία, Αυστραλία , Η.Π.Α., Καναδάς, και ελάχιστοι επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν ξανά στο χωριό.
Τα τελευταία χρόνια οι νεώτεροι κάτοικοι εγκαταλείπουν το χωριό ( αστυφιλία) και μετανάστευσαν στις μεγάλες πόλεις κυρίως στη Λάρισα η οποία απέχει σχετικά λίγα χιλιόμετρα (
Η Μελιβοία γνωρίζει τις παλιές της δόξες μόνο τα Χριστούγεννα και Πάσχα.
Τους καλοκαιρινούς μήνες το μεγαλύτερο τμήμα των κατοίκων μεταφέρεται στους παράλιους οικισμούς όπου οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν ιδιοκτησίες. Οι παράλιοι οικισμοί του χωριού μάλιστα τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν μεγάλη τουριστική ανάπτυξη τόσο από εσωτερικό τουρισμό όσο και από ξένους τουρίστες.
Οι κάτοικοι κυρίως μιλούν την χαρακτηριστική διάλεκτο της Θεσσαλίας χωρίς ιδιαίτερους ιδιωματισμούς. Υπάρχουν βέβαια κάποια στοιχεία που μαρτυρούν τους διάφορους κατακτητές (Τούρκους, Ιταλούς).
Οδικά το χωρίο συνδέεται με την Αγιά - Λάρισα που είναι το κέντρο της επαρχίας και με όλους τους παράλιους οικισμούς και τα γύρω όμορα χωριά. Θαλάσσια συγκοινωνία δεν υπάρχει. Υπάρχει μικρό λιμάνι στην Κουτσουπιά που δεν επιτρέπει προσέγγιση μεγάλων σκαφών. Παλιά υπήρχε από θάλασσα εμπορική συναλλαγή με τα παράλια της Μαγνησίας με καίκια.
Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την γεωργία και πολύ λίγο με την κτηνοτροφία και τη αλιεία. Η ορεινή φύση του χωριού δε βοήθησε ιδιαίτερα προσοδοφόρες καλλιέργειες γι’ αυτό και δεν υπάρχει πλούτος. Τα πεδινά κτήματα είναι λίγα αναλογικά με τους κατοίκους και το γεγονός ότι οι καλλιέργειες δεν αποδίδουν ιδιαίτερα ανάγκασε τους περισσότερους κατοίκους να μεταναστεύσουν. Τελευταία με την αξιοποίηση των παραλιών προκύπτουν αξιόλογα έσοδα.
Παλαιότερα το χωριό ασχολούνταν ιδιαίτερα με την εκτροφή μεταξοσκώληκα και ήταν κύριος τροφοδότης εργοστασίων μεταξιού στη Βιέννη.
Το πατρικό σπίτι του πατέρα μου είναι ένα τεράστιο δίπατο παραδοσιακό από τα πρώτα αν όχι το πρώτο που χτίστηκαν στο χωριό που φιλοξενούσε τέσσερις πολυμελείς οικογένειες ήταν και το σημαντικότερο εκτροφείο. Το εκτροφείο του Τραμπαντάνη. Όπου με καραβάνια τα πηγαίνανε στην Βιέννη. Και μάλιστα αυτό το βεβαιώνει και ένα ρητό που λένε στο χωριό μου “ ή χωριό χωριό ή του Τραμπαντάνη η γομάρα”. Αυτό λένε δημιουργήθηκε, όταν μια φορά καθώς ξεκίνησε το καραβάνι του Τραμπαντάνη να μεταφέρει μεταξοσκώληκα στην Βιέννη, πέρασε από την Άλλη χώρα. Αυτοί νομίζοντας ότι είναι Τούρκοι κατακτητές τα παράτησαν όλα και κρύφτηκαν στο δάσος. Τότε ένα γαϊδούρι από το καραβάνι, ξέφυγε και πήγε μέσα στο ιερό και έφαγε το αντίδωρο. Όταν βγήκαν οι κάτοικοι και τα είδαν αυτά είπαν αυτό το ρητό δηλαδή ή θα γίνουμε χωριό και θα αντιστεκόμαστε στους κατακτητές ή θα τα παρατήσουμε όλα και θα έχουμε το γαϊδούρι τον Τραμπαντάνη να μας ντροπιάζει.
Σήμερα κανένας κάτοικος πλέον δεν εκτρέφει μεταξοσκώληκα. Αλλά αυτό έχει γίνει εδώ και 8-10 χρόνια, που σταμάτησαν την εκτροφή και έχουν μείνει μόνο οι μουριές, γιατί όπως ξέρουμε είναι το δέντρο που με το φύλλωμά του εκτρέφουν τον μεταξοσκώληκα.
Τώρα καλλιεργούνται κυρίως κάστανα, λίγα οπωροφόρα ( κεράσια, μήλα, αχλάδια ) και πολλές ελιές. Υπάρχουν μάλιστα και 5 ελαιοτριβεία νέας τεχνολογίας που δουλεύουν από την αρχή Νοεμβρίου έως μέσα Φεβρουαρίου. Το χωριό προμηθεύεται κυρίως σιτηρά και χειμερινά λαχανικά. Ενώ σε αντίθεση προμηθεύει άλλες περιοχές με μεγάλες ποσότητες ελαιόλαδο, ελιές , οπωρικά και κάστανα.
Την εποχή της συγκομιδής του κάστανου στο χωριό γίνεται πανηγύρι απ’ τους εμπόρους και τους παραγωγούς.
Ορισμένοι κάτοικοι του χωριού παράγουν σε ιδιωτικά αποστακτήρια τσίπουρο φτιαγμένο από σύκα. Ονομαστό ήταν παλαιότερα το τσίπουρο από κούμαρο που παρήγαγαν ορισμένοι κάτοικοι αλλά αυτό επειδή είναι δύσκολο στην συγκομιδή να μαζεύουν κούμαρα από κουμαριές πλέον δεν γίνεται.
Πολλά από τα προϊόντα πουλιούνται κυρίως στις λαϊκές αγορές της Αγιάς της Λάρισας και τους καλοκαιρινούς μήνες στους παλιούς οικισμούς.
Στο χωριό και γύρω από αυτό υπάρχουν πολλές εκκλησίες. Στον οικισμό της Βελίκας δε υπάρχει το βυζαντινό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου που κτίστηκε επί Κομνηνών και γνώρισε ιδιαίτερη ανάπτυξη. Το μοναστήρι κάηκε επί Τουρκοκρατίας και ξανακτίστηκε.
Ανασκαφές που έγιναν στο χωριό του παλαιού μοναστηριού έφεραν στο φως αξιόλογα ευρήματα και νομίσματα που μαρτυρούν τον πλούτο του μοναστηριού. Η εκκλησία που σώζεται σήμερα έχει αξιολογότατες τοιχογραφίες, αλλά και πολλές εικόνες της έχουν κλαπεί πριν μερικά χρόνια. Τώρα όσες έχουν μείνει φυλάσσονται στην εκκλησία του χωριού. Οκτώ (8) Μαίου δε γινότανε σημαντική εμποροπανήγυρη. Στις περισσότερες περιοχές γύρω από το χωριό που υπάρχουν κτίσματα, υπάρχουν και εκκλησίες στις οποίες την ημέρα της γιορτής των ομωνύμων Αγίων γινότανε πανήγυρη.
Αξιοπερίεργο είναι το ότι ενώ γεωγραφικά υπάγεται στο νομό Λάρισας θρησκευτικά υπάγεται στην Μητρόπολη Μαγνησίας.
Σήμερα στο χωρίο λειτουργεί 4-θέσιο δημοτικό σχολείο και γυμνάσιο. Υπάρχει εκπολιτιστικός σύλλογος με το όνομα Φιλοκτήτης (ποδοσφαιρική ομάδα). Υπάρχει γεωργικός συνεταιρισμός και αγροτικό ιατρείο. Οι παράλιοι οικισμοί έχουν επίσης εκπολιτιστικούς συλλόγους που φροντίζουν για τον εξωραϊσμό των παραλιών.
Ήθη και έθιμα δεν έχει κάτι διαφορετικό από ότι γίνεται συνήθως. Συνήθως ένα έθιμο που γίνεται τις αποκριές και αξίζει να γραφτεί και από ότι ξέρω δεν υπάρχει σε άλλους τόπους είναι το ακόλουθο.
Το Σάββατο της Τυρινής όσοι είναι αρραβωνιασμένοι κερνάνε χαλβά και όχι το συνηθισμένο αλλά ένα άλλο είδος χαλβά που βγαίνει μόνο τις αποκριές. Είναι ξηρός με σουσάμι και στραγάλι. Περνάει σχεδόν όλο το χωριό ντυμένο καρναβάλια όχι με στολές αλλά ότι παλιό έχουν στο σπίτι ή με αντρικά ρούχα οι γυναίκες ή με γυναικεία οι άντρες, από τα σπίτια των αρραβωνιασμένων όπου κερνιούνται και χορεύουν και κάνουν διάφορα αστεία και έπειτα μαζεύονται στα καφενεία του χωριού και γλεντάνε μέχρι το πρωί.
Το βράδυ της Κυριακής καίνε στην κεντρική πλατεία κέδρα που τα έχουν μαζέψει από άλλες μέρες από τη γύρω περιοχή.
Ενώ την Καθαρά Δευτέρα κάνουν διάφορα γκρουπ ντυμένα καρναβάλια ανάλογα με το θέμα που έχουν διαλέξει και παίζουν διάφορα σκετς που τα έχουν γράψει μόνοι τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου